Ο επώδυνος απολογισμός της χρονιάς που φεύγει περιλαμβάνει 18 καταγεγραμμένες γυναικοκτονίες, το κίνημα #metoo, όσα έγιναν κι όσα -πολλά- δεν έγιναν από τη μεριά της πολιτείας καθώς και ακραία σεξιστική ρητορική μίσους. Με τη βοήθεια της Διοτίμα.
Η χρονιά αυτή όμως, μας αποχαιρετά κυρίως με όλα εκείνα τα ονόματα των γυναικών που δολοφονήθηκαν από το χέρι των συντρόφων τους και που από τα Γλυκά Νερά μέχρι τη Λάρισα, το Ρέθυμνο, τη Μακρινίτσα και από τη Θεσσαλονίκη μέχρι τη Δάφνη, τη Φολέγανδρο, την Κυπαρισσία, την Αργολίδα κι όπου αλλού χαράχτηκαν αυτές οι 18 καταγεγραμμένες γυναικοκτονιές, ζητάνε σαν μόνη δικαίωση να μη λείψει άλλη.
Η Διοτίμα, κέντρο για τα έμφυλα δικαιώματα και την ισότητα, μέσω της Άννας Βουγιούκα, κοινωνικής επιστήμονα και υπεύθυνη συνηγορίας καθώς και της Μαρίας Τζαβάρα, μέλος της ομάδας επικοινωνίας, απάντησαν στο τι μας κληροδοτεί αυτό το έτος, σκέψεις και διεκδικήσεις για το μέλλον.
Από την μέχρι σήμερα εμπειρία σας στη Διοτίμα, έχει καταγραφεί αύξηση της έμφυλης βίας τη φετινή χρονιά;
Από τα διαθέσιμα στοιχεία και τις υπηρεσίες ψυχοκοινωνικής υποστήριξης και νομικής βοήθειας που παρέχει η Διοτίμα, φαίνεται πως η έμφυλη βία και έχει αυξηθεί και έχει ενταθεί το τελευταίο διάστημα. Είναι ενδεικτικό ότι έως τον Οκτώβριο του 2021 η γραμμή ΣΟΣ 15900 της Γενικής Γραμματείας Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων, δέχθηκε 5.405 κλήσεις για περιστατικά βίας εκ των οποίων οι 3.182 αφορούσαν περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας.
Όλα δείχνουν ότι τόσο το ελληνικό #metoo όσο και η κλιμάκωση της βίας έως την αφαίρεση της ζωής τόσων γυναικών το 2021, συνετέλεσαν –προφανώς με πολύ διαφορετικούς τρόπους– στη μεγαλύτερη αποκάλυψη περιστατικών έμφυλης βίας ιδιαίτερα ενδοοικογενειακής/συντροφικής βίας και στην αναζήτηση προστασίας από δομές και φορείς και υπηρεσίες υποστήριξης και από τη Δικαιοσύνη.
Ωστόσο, δεν θα πρέπει να μένουμε στην αύξηση και ένταση της βίας καθώς αφενός ενδέχεται η αύξηση να προκύπτει από την αύξηση των αναφορών/καταγγελιών περιστατικών έμφυλης βίας, αλλά κυρίως γιατί ακόμη και μία δολοφονημένη γυναίκα, ακόμη και μία κακοποιημένη γυναίκα, αποτελεί για εμάς σήμα κινδύνου. Η κανονικοποίηση της βίας είναι το μεγάλο ζήτημα που θα πρέπει να μας κινητοποιεί και να ενεργοποιεί τα κοινωνικά αντανακλαστικά.
Πώς αποτιμάτε τη χρονιά που φτάνει στο τέλος της; Τι σημαίνoυν κοινωνικά αλλά και για το συλλογικό τραύμα των θηλυκοτήτων οι 18 καταγεγραμμένες γυναικοκτονίες; Που αποδίδετε την τρομακτική αύξηση των γυναικοκτονιών;
Με 18 καταγεγραμμένες γυναικοκτονίες το 2021, αφήνει πίσω του μια τρομακτική αίσθηση.
Η δυσκολία συγκέντρωσης στατιστικών στοιχείων (κυρίως επειδή δεν έχει αναγνωριστεί νομικά η γυναικοκτονία) και η αορατότητα τέτοιων δολοφονιών τα προηγούμενα χρόνια, δεν μας επιτρέπουν να έχουμε σαφή εικόνα. Η αστυνομία καταγράφει στοιχεία για τα θύματα γυναικοκτονίας μόνο στο πλαίσιο του Ν. 3500/2006 για την ενδοοικογενειακή βία, επομένως δεν έχουμε επίσημα στοιχεία για τις γυναικοκτονίες που διαπράττονται σε άλλο πλαίσιο. Από την άλλη, έχουμε σαφέστερη εικόνα για τα είδη και τα περιστατικά έμφυλης βίας μέσω των ετήσιων εκθέσεων της ΓΓΔΟΠΙΦ για το Δίκτυο Δομών (43 Συμβουλευτικά κέντρα σε όλη την Ελλάδα, 19 ξενώνες φιλοξενίας, Τηλεφωνική Γραμμή SOS 15900).
Όλα τα διαθέσιμα εμπειρικά και ερευνητικά δεδομένα συγκλίνουν στο ότι οι διαδοχικές κρίσεις που βιώσαμε, από την οικονομική έως και την παρούσα υγειονομική, έπληξαν και συνεχίζουν να πλήττουν σε μεγάλο βαθμό τις γυναίκες και τα έμφυλα δικαιώματα. Διαπιστώνεται ότι έχουν υποχωρήσει πολλά κεκτημένα στο πεδίο της ισότητας ενώ ο σεξισμός είναι πανταχού παρών και εντεινόμενος.
Αυτό ακριβώς είναι το κοινωνικοπολιτικό «έδαφος» όπου εκδηλώνεται η έμφυλη βία. Οι έμφυλες διακρίσεις, οι ανισότητες και οι άνισες σχέσεις εξουσίας με βάση το φύλο και τη διαθεματικότητα, αποτελούν το πλαίσιο όπου παράγεται, διαιωνίζεται και κανονικοποιείται η έμφυλη βία.
Είναι προφανές ότι οι γυναικοκτονίες προκαλούν μια σειρά αντιδράσεις στις γυναίκες και σε κάθε θηλυκότητα όπως ανησυχία, αγωνία και φόβο. Διότι οι γυναικοκτονίες αποτελούν συγχρόνως και μήνυμα απειλής για κάθε γυναίκα που δεν συμμορφώνεται με τα έμφυλα στερεότυπα ή δεν πειθαρχεί στον κυρίαρχο ανδρικό λόγο και επιθυμία. Το αίσθημα αυτό το μοιραζόμαστε όλες. Ένα άλλο συναίσθημα που αναδύεται είναι η ενοχή η οποία καλλιεργείται στο πατριαρχικά εύφορο έδαφος των ΜΜΕ – κυρίως των τηλεοπτικών. Πολλά τα παραδείγματα ευμενούς παρουσίασης των δραστών και ενοχοποίησης της συμπεριφοράς των θυμάτων με έμμεσο ή άμεσο τρόπο. Επίσης η συχνά πλημμελής απόκριση των αρχών προστασίας, συνδέεται με βαθιά ριζωμένες πατριαρχικές αντιλήψεις, και την απουσία πραγματικής πολιτικής βούλησης σε ανώτατο επίπεδο για εγρήγορση και άμεση απόκριση σε περιπτώσεις καταγγελιών και για τη λήψη αυστηρών πειθαρχικών μέτρων όταν δεν εφαρμόζεται ο νόμος.
Υπάρχει αύξηση της έμφυλης βίας ή μεγαλύτερη ορατότητα; Δεχόμαστε ακόμη τα απόνερα της καραντίνας και του εγκλεισμού ή πρέπει να σταθούμε και σε άλλους παράγοντες; Η ρητορική μίσους που αλέθεται στην κολυμπήθρα των social media τι ρόλο παίζει στη συνθήκη αυτή;
Φαίνεται πως ισχύουν και τα δυο. Η αύξηση του ποσοστού των γυναικών που αναζητούν βοήθεια και υποστήριξη είναι ελπιδοφόρα, αλλά δεν αρκεί. Άλλωστε πολύ συχνά «απαιτούμε» από τις επιζώσες να σπάσουν τη σιωπή και να καταγγείλουν, ενώ την ίδια στιγμή δεν διασφαλίζεται ούτε η ολοκληρωμένη απόκριση της αστυνομίας και της Δικαιοσύνης, ούτε πολύ περισσότερο η προστασία και αρωγή των θυμάτων. Αντιθέτως πολύ συχνά οι επιζώσες βιώνουν δευτερογενή θυματοποίηση ή και στιγματισμό επειδή ακριβώς επιλέγουν να μιλήσουν και να καταγγείλουν.
Οι διαδοχικές κρίσεις που έπληξαν και εξακολουθούν να πλήττουν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, ενίσχυσαν τις έμφυλες και διαθεματικές ανισότητες, βαθαίνοντας το χάσμα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Αυτές οι ισχυρές και εμμένουσες πατριαρχικές ανισότητες αποτελούν το έδαφος στο οποίο δομείται μια κουλτούρα αποκλεισμών, διακρίσεων και βίας, παρά τα θετικά βήματα των τελευταίων ετών σε κοινωνικό και θεσμικό επίπεδο.
Τα χρόνια της πανδημίας, φαίνεται ότι ο αναγκαστικός περιορισμός στο σπίτι, αύξησε δραματικά και αποκάλυψε τα περιστατικά έμφυλης βίας με δράστες κυρίως άνδρες συζύγους ή συντρόφους. Παράλληλα, τα περιοριστικά μέτρα για τον έλεγχο της πανδημίας, δημιούργησαν ακόμα μεγαλύτερα εμπόδια στην πρόσβαση σε υπηρεσίες προστασίας, στην αστυνομία και στη Δικαιοσύνη ειδικά για γυναίκες μετανάστριες και προσφύγισσες που αντιμετωπίζουν επιπλέον εμπόδια και φραγμούς.
Η πολιτεία πήρε κάποια μέτρα για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας; Υπάρχει κάποια γραμμή που μπορεί να καλέσει μια θηλυκότητα αν κινδυνεύει και μετέπειτα δομές που θα τη φροντίσουν παρέχοντας της ένα ασφαλές περιβάλλον;
Για ενημέρωση σχετικά με την έμφυλη βία και παραπομπή σε κατάλληλο φορέα, υπάρχει η γραμμή ΣΟΣ 15900 της ΓΓΔΟΠΙΦ, ενώ για διαδικτυακά περιστατικά λειτουργεί η γραμμή 11188 της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος.
Υποστηρικτικό δίκτυο δημόσιων υπηρεσιών υπάρχει αλλά με διαπιστωμένα κενά και κατά καιρούς λειτουργικά προβλήματα. Παράδειγμα, ενώ από το Δίκτυο Δομών της ΓΓΙΦ/ΚΕΘΙ και του ΕΚΚΑ παρέχονται σημαντικές υπηρεσίες ψυχοκοινωνικής υποστήριξης και προσωρινή φιλοξενία σε γυναίκες που εγκαταλείπουν κακοποιητικά περιβάλλοντα, η αναγκαία και κομβικής σημασίας νομική συνδρομή και βοήθεια δεν συγκαταλέγεται στις προσφερόμενες υπηρεσίες αλλά επιχειρείται να λυθεί μέσω συνεργασιών με κατά τόπους Δικηγορικούς Συλλόγους.
Επιπλέον, βλέπουμε ότι οι Αρχές προστασίας δεν διαδραματίζουν πάντα το ρόλο που επιβάλλει η νομοθεσία και δεν ενεργοποιούνται για την άμεση δίωξη των δραστών. Μεμονωμένες θετικές στάσεις και συμπεριφορές είναι αξιέπαινες αλλά αν θέλουμε να μιλήσουμε για δομική, συστηματική και οργανωμένη απόκριση των κρατικών θεσμών, τότε είμαστε δυστυχώς ακόμη μακριά.
Μεγάλο είναι το έλλειμμα και σε επίπεδο δράσεων πρόληψης. Για παράδειγμα, ενώ η καταπολέμηση των έμφυλων στερεοτύπων και του διάχυτου σεξισμού, αποτελούν στόχο και προτεραιότητα του Συμβουλίου της Ευρώπης, σε εθνικό επίπεδο δεν έχουν σχεδιαστεί ολοκληρωμένες πολιτικές και πρωτοβουλίες.
Από την άλλη, είναι θετικό το γεγονός ότι ψηφίστηκε ο Ν. 4808/2021 ο οποίος στοχεύει στην πρόληψη και αντιμετώπιση της βίας και παρενόχλησης στον χώρο εργασίας. Ωστόσο, την ίδια στιγμή καταργείται το Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας όπως το γνωρίζουμε και γίνεται ανεξάρτητη αρχή, ενώ δεν είναι σαφής ο τρόπος διασύνδεσης και συνεργασίας των δύο ανεξάρτητων αρχών που είναι αρμόδιοι για τα θέματα σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας (Συνηγόρου του Πολίτη και ΣΕΠΕ).
Ένα άλλο γεγονός που σημάδεψε αυτήν τη χρονιά ήταν το κίνημα #metoo. Θεωρείτε ότι άφησε πράγματα πίσω του και τι αλλαγές έφερε;
Το #metoo.gr έπαιξε και συνεχίζει να παίζει σημαντικό ρόλο στην ενδυνάμωση και κινητοποίηση των γυναικών που έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση ή/και σεξουαλική κακοποίηση και στη δημιουργία του αναγκαίου (δημόσιου και ψηφιακού) «χώρου» που δεν υπήρχε πριν. Επίσης φαίνεται πως επηρέασε τόσο την απόκριση των υπηρεσιών όσο και τα ΜΜΕ σε κάποιο βαθμό. Βλέπουμε για παράδειγμα βελτίωση της στάσης των υπηρεσιών προστασίας, ενώ η εκτεταμένη δημοσιότητα και η ανάδειξη σε κάποιο βαθμό από ορισμένα ΜΜΕ, των αιτίων και των πτυχών της έμφυλης βίας, έχουν συμβάλει στην έμφυλη κατανόηση όσων συμβαίνουν και στην ανάδειξη σεξιστικών και μισογυνικών μοτίβων, στάσεων και συμπεριφορών. Αλλά αυτή η στάση δυστυχώς δεν είναι ο κανόνας.
Παρά τα εμπόδια, ορατά και αόρατα και το ευρύτερο αποτρεπτικό κλίμα, γυναίκες, θηλυκότητες και ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα μετατρέπουν τον φόβο σε αντίδραση και διεκδίκηση για όσα δικαιούνται συνολικότερα. Η συζήτηση για τον ορισμό της γυναικοκτονίας με πολιτικούς όρους και το ποικιλόμορφο κίνημα #metoo.gr έπαιξαν καθοριστικό ρόλο.
Επίσης, το #metoo.gr συνετέλεσε καθοριστικά στην αποκάλυψη της ευρύτερης εικόνας και της έκτασης που έχει λάβει η έμφυλη βία σε όλες τις μορφές της ενώ ανέδειξε και την ανάγκη συλλογικής δράσης. Γιατί ναι μεν οι διαδοχικές αποκαλύψεις περιστατικών έμφυλης βίας εκκινούν από ατομικές/προσωπικές αφετηρίες αλλά αναδεικνύουν ταυτόχρονα τα βαθύτερα κοινωνικά αίτια που σχετίζονται με τις έμφυλες ιεραρχήσεις και αφορούν όλες τις γυναίκες ανεξαρτήτως προέλευσης, κοινωνικού και οικονομικού στάτους, ηλικίας, μορφωτικού επιπέδου, κ.λπ.
Έχει λοιπόν μεγάλη σημασία να αναδεικνύουμε τις αιτίες του φαινομένου και να καλούμε σε συλλογική επαγρύπνηση και δράση γιατί η έμφυλη βία και η κορύφωσή της όπως είναι οι γυναικοκτονίες, δεν αφορούν κάθε γυναίκα/θηλυκότητα ατομικά, αλλά μας αφορούν όλες.
Η διαδικτυακή βία, είναι μια πολύ διαδεδομένη και σύγχρονη μορφή βίας, που δεν συζητάμε συχνά παρά μόνο όταν προκύπτει -όπως τώρα- κάποιο γεγονός. Πόσο σημαντική κι επικίνδυνη όμως είναι για τις γυναίκες;
Η διαδικτυακή βία τα τελευταία χρόνια αυξάνεται σταθερά με θύματα γυναίκες, κορίτσια, θηλυκότητες εν γένει και ανήλικα παιδιά. Ειδικά τις τελευταίες ημέρες με την αποκάλυψη της υπόθεσης εκδικητικής πορνογραφίας από γνωστό παρουσιαστή, ανοίγει μια συζήτηση για μια μορφή έμφυλης βίας που όντως δεν έχει προηγούμενο στην ελληνική επικράτεια.
Ο εξευτελισμός, η ηθική απαξία, η εκδίκηση, ο εκφοβισμός, η σεξουαλικοποίηση όσων στοχοποιούνται είναι μερικοί μόνο από τους ορατούς λόγους άσκησης αυτών των πρακτικών έμφυλης βίας με κοινή συνισταμένη την επιβεβαίωση της έμφυλης εξουσίας και του ελέγχου μέσω της ανδρικής κυριαρχίας.
Είναι ίσως πιο ακριβές να κάνουμε χρήση του όρου σεξουαλική κακοποίηση μέσω εικόνας, καθώς είναι ευρύτερος από τον όρο εκδικητική πορνογραφία και περιλαμβάνει μεγαλύτερο φάσμα κακοποιητικών συμπεριφορών, ενώ αναδεικνύει τη σύνδεση με το συνεχές της έμφυλης κακοποίησης και εκφράζει πιο αποτελεσματικά τον χαρακτήρα και την έκταση της βλάβης που προκαλείται. Γιατί αυτές οι σχετικά νέες και παραγνωρισμένες μορφές έμφυλης βίας έχουν πολύ δυσμενείς επιπτώσεις στη ζωή των γυναικών. Απόλυση ή παραίτηση από την εργασία, αλλαγή σχολείου ή εγκατάλειψή του, κοινωνική απομόνωση και στιγματισμό, κατάθλιψη και σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη και αυτοκτονία των θυμάτων.
Όπως αναφέρεται και στο Γλωσσάρι της Διοτίμας, ορισμένες από τις πιο συχνές μορφές έμφυλης βίας στο διαδίκτυο είναι η σεξιστική ρητορική μίσους, η διαδικτυακή ηδονοβλεψία, η διαδικτυακή παρενόχληση και παρενοχλητική παρακολούθηση, η κακόβουλη διαρροή προσωπικών δεδομένων, κ.ά.
Αυτό που έχει σημασία να αναδείξουμε είναι ότι η σεξουαλική κακοποίηση μέσω εικόνας δεν διώκεται ως ποινικό αδίκημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας αλλά ως παραβίαση των προσωπικών δεδομένων. Επομένως, ένα σημαντικό ζήτημα είναι η ένταξη αυτών των εγκλημάτων στο ισχύον νομικό μας πλαίσιο ως μορφών έμφυλης βίας και κακοποίησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου