Τραγικά περιστατικά με γυναίκες θύματα της κακοποίησης και της αντίληψης που κυριαρχεί στην κοινωνία, ιδίως στην επαρχία, ότι πρέπει να ανέχονται τη βία των συντρόφων τους.
«Αν μια γυναίκα κακοποιηθεί στη μέση του δρόμου της Αθήνας, δεν θα τη βοηθήσει κανείς. Δεν θα ανακατευτεί κανείς». Σε αυτό το απογοητευτικό αλλά τόσο αληθινό συμπέρασμα έχει καταλήξει η Αννα Ράζου, ιατροδικαστής στο Γενικό Νοσοκομείο Ασκληπιείο Βούλας και γενική γραμματέας της Ελληνικής Ιατροδικαστικής Εταιρείας.
Η ελληνική κοινωνία κρύβει την πατριαρχία βαθιά ριζωμένη στα σπλάχνα της και αρνείται πεισματικά να την αποβάλει, δημιουργώντας ένα εύπεπτο αφήγημα που για χρόνια ήθελε την «καλή» σύζυγο συνώνυμο της υπομονής, της σιωπής και της έλλειψης δικαιωμάτων. Σε συνδυασμό με την έννοια του οχαδερφισμού, η οποία κατά βάση διέπει ένα τεράστιο κομμάτι του κοινωνικού συνόλου που δεν θα ασχοληθεί με τον διπλανό του γιατί «ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται μέσα σε ένα σπίτι», η γυναίκα-θύμα κακοποίησης βρίσκεται αβοήθητη και φοβισμένη, χωρίς καμία ελπίδα ότι θα μπορέσει να ξεφύγει.
Μέσα από τη λαϊκή παράδοση, την ποίηση και τη μουσική, η αγάπη και ο έρωτας έχουν ταυτιστεί με τον πόνο, προσπαθώντας να τον κανονικοποιήσουν, καθιστώντας τον σχεδόν υποχρεωτικό και αναγκαίο προκειμένου να δημιουργηθεί ένα μεγάλο πάθος. «Ο,τι αξίζει πονάει και είναι δύσκολο» είχε γράψει η συγγραφέας Μάρω Βαμβουνάκη, η οποία πρόσφατα δήλωσε χωρίς καμία ντροπή ότι έχει δεχτεί και έχει ασκήσει βία που όμως, όπως τονίζει, δικαιολογείται επειδή είναι παράγωγο ενός δυνατού έρωτα που «δεν ξέρει από καθωσπρεπισμούς». Αυτή η άποψη έθρεφε χρόνια την ελληνική κοινωνία, με τους «παλιούς» να μεταφράζουν το μαρτύριο των γυναικών σε διαπιστευτήριο αγάπης.
«Αν σταματήσω να φωνάζω/καταπιέζω/ασκώ βία, τότε να ανησυχήσεις»: αυτό είναι ένα από τα βασικά επιχειρήματα κακοποιητών μέχρι και σήμερα, οι οποίοι με τη σειρά τους δικαιολογούν τη συμπεριφορά τους και την αποδίδουν στον (παράλογο) έρωτα, λέγοντας μάλιστα ότι αν σταματήσουν να τα κάνουν, θα έχουν πάψει να είναι και ερωτευμένοι, δημιουργώντας έτσι μια δικαιολογία στο υποσυνείδητο του θύματος και έναν επίπλαστο κόσμο στον οποίο η αγάπη και ο έρωτας, αντί να δίνονται απλόχερα, κερδίζονται από αυτούς μόνο αν πονέσουν.
Αγριότητες της διπλανής πόρτας
Δεν είναι λίγες οι γυναίκες που βυθίζονται στη δίνη της κακοποίησης και αργούν πολύ να συνειδητοποιήσουν τι πραγματικά συμβαίνει. Αυτές, οι οποίες κατά βάση ενοχοποιούν τον εαυτό τους, δεν έχουν συγκεκριμένο προφίλ. Προέρχονται από όλες τις κοινωνικές ομάδες, όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης, όλους τους πολιτικούς χώρους και όλα τα οικονομικά στρώματα. Σχετικά με τους δράστες όμως η Αννα Ράζου ξεκαθαρίζει ότι «δεν παίζει κανένα ρόλο πόσο καλλιεργημένος είναι ο άλλος ούτε πόσο καλή οικονομική κατάσταση έχει. Οι περισσότεροι δράστες είναι ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης».
«Το κοινό χαρακτηριστικό που έχω δει, είτε σε βαριά περιστατικά είτε σε λιγότερο βαριά, είναι η ενοχή. Δηλαδή αυτό που βλέπω εγώ ως γιατρός είναι ότι οι περισσότερες γυναίκες έρχονται με μια ενοχή την οποία τους έχει φορτώσει είτε η κοινωνία είτε ο ίδιος ο σύζυγος ότι κάτι έκαναν λάθος. Αυτό μπορεί να είναι ότι δεν μαγείρεψαν σωστό φαγητό ή ότι δεν μίλησαν με ευγένεια στον σύζυγο, επειδή εξέφρασε την άποψή της σε κάτι ή γιατί καθυστέρησε να επιστρέψει από τα ψώνια στο σουπερμάρκετ» λέει στο Documento η ιατροδικαστής και προσθέτει πως «τα προβλήματα δεν εμφανίστηκαν ξαφνικά τώρα. Είμαστε χώρα βίαιων ανθρώπων. Αν μια γυναίκα δεχτεί κακοποίηση στη μέση του δρόμου της Αθήνας, δεν θα τη βοηθήσει κανείς. Δεν θα ανακατευτεί κανείς. Σας το λέω επειδή τα βλέπω καθημερινά στο ιατρείο. Η βία πάντα υπήρχε μέσα στις οικογένειες, ειδικότερα στις επαρχίες. Ακόμη και τώρα δεν καταγγέλλονται. Εχω κάνει πολλά χρόνια στην επαρχία, έπρεπε να είναι πολύ σοβαρό περιστατικό για να έρθει στον ιατροδικαστή».
Για να φτάσει ένα θύμα κακοποίησης να εξεταστεί σε δημόσιο νοσοκομείο από ιατροδικαστή πρέπει πρώτα να έχει κάνει καταγγελία σε αστυνομικό τμήμα, γεγονός που σημαίνει ότι αναλογικά εξετάζεται ένα πάρα πολύ μικρό ποσοστό θυμάτων, «δίνεται δηλαδή μια εντολή για να έρθει στο ιατρείο, δεν μπορεί να χτυπήσει την πόρτα και να πει θέλω να με δει ιατροδικαστής» υπογραμμίζει η Αννα Ράζου και προσθέτει: «Πολλά περιστατικά χρειάστηκαν νευροχειρουργική επέμβαση για τις κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις. Τους χτυπάνε τα κεφάλια στον τοίχο. Αλλες έρχονται με πολλά κατάγματα, τους σπάνε τα χέρια κυριολεκτικά».
Από την πλευρά του ο Αναστάσιος Θεοδωρίδης, ιδιώτης ιατροδικαστής, μιλώντας στο Documento, αναφέρεται στα περιστατικά που δεν είναι σίγουρα ακόμη ότι θα καταθέσουν μήνυση και επισκέπτονται ιδιώτες ιατροδικαστές προκειμένου να διασφαλίσουν ότι τα στοιχεία είναι επαρκή.
«Οταν κάνεις μήνυση, πηγαίνεις πρώτα στον ιατροδικαστή υπηρεσίας. Σε στέλνει η αστυνομία. Σε μας (σ.σ. τους ιδιώτες) έρχονται περιστατικά που φοβούνται αρχικά να πάνε στην αστυνομία, γιατί αν κάνεις μήνυση πρέπει να έχεις αποδείξεις. Αν οι αποδείξεις δεν επαρκούν, μπορεί όλη η υπόθεση να γυρίσει μπούμερανγκ. Ερχονται στους ιδιώτες για να σιγουρέψουν αυτά τα στοιχεία. Αν πάνε στον ιδιώτη ιατροδικαστή, δεν θα το μάθει κανένας, δεν χρειάζεται μήνυση και εφόσον σιγουρευτούν ότι πράγματι τα στοιχεία επαρκούν για να κινηθούν δικαστικά, τότε μπορεί να καταθέσουν και τη μήνυση» σημειώνει ο Αν. Θεοδωρίδης.
«Πολλά περιστατικά δεν έρχονται από την πρώτη φορά. Εχω δει περιστατικά τα οποία ήταν πολύ βαριά και χρειάστηκαν άμεση παροχή βοήθειας ή περιστατικά που έχουν γίνει κατ’ επανάληψη μπροστά στα παιδιά και πήρε πολλά χρόνια στη γυναίκα να φτάσει στο σημείο να πει δεν μπορώ άλλο. Εχω δει περιστατικό που ήρθε ύστερα από 40 ολόκληρα χρόνια κακοποίησης με παιδιά και εγγόνια» εξηγεί η Αννα Ράζου.
Οι επιπτώσεις του εγκλεισμού
Κατά το πρώτο lockdown ένα σύνθημα που έκανε την εμφάνισή του ξαφνικά ήρθε να διατυπώσει το βασικό πρόβλημα της ενδοοικογενειακής βίας στην Ελλάδα: «Κάποιοι στο σπίτι δεν είναι ασφαλείς». Και πράγματι δεν ήταν.
«Είναι πάρα πολλά τα περιστατικά. Σε μια πρόσφατη στατιστική ανάλυση που κάναμε δεν παρατηρήσαμε αύξηση συγκριτικά με τα άλλα χρόνια λόγω της καραντίνας. Αυτό όμως που παρατηρήσαμε πάρα πολύ έντονα στην πρώτη καραντίνα είναι ότι σταμάτησαν να έρχονται τα περιστατικά επειδή δεν είχαν τρόπο να φύγουν από το σπίτι. Με το που άρθηκαν τα περιοριστικά μέτρα είχαμε τέσσερις φορές περισσότερα περιστατικά απ’ ό,τι συνήθως. Δεν γίνεται κανείς βίαιος λόγω της Covid ή της καραντίνας, είναι από πριν» υπογραμμίζει η κ. Ράζου.
«Τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας πέρυσι στην πρώτη καραντίνα, Μάρτιο, Απρίλιο και το Πάσχα, ήταν για την ενδοοικογενειακή βία υπερβολικά. Μιλάμε για αύξηση όχι 100%, αλλά για 1.000%. Οκτώ χρόνια που ιδιωτεύω είχα ένα περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας ανά δύο μήνες. Μέσα σε μια βδομάδα πέρυσι στα τέλη Μαρτίου με αρχές Απριλίου είχα έξι περιστατικά» σημειώνει από τη μεριά του ο Αν. Θεοδωρίδης και προσθέτει: «Τελευταία έχουν μειωθεί τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και έχουν αυξηθεί οι ανθρωποκτονίες».
Τέσσερις γυναικοκτονίες σε τέσσερις μήνες
Η γυναικοκτονία αποτελεί το τελευταίο στάδιο της έμφυλης βίας. Μια βία που είναι η πιο αποδεκτή. Κάποτε τη θεωρούσαν δεδομένη σε μια φαλλοκρατική κοινωνία στην οποία τα στερεότυπα θέλουν τη γυναίκα κατώτερη, υποχείριο του άντρα, υποχρεωμένη να υπομένει, να μη ζητά, να μη θέλει και γενικώς να μη ζει, αλλά να νομίζει παράλληλα ότι κάνει όλα τα παραπάνω.
Από τον Απρίλιο έχουν διαπραχθεί στην Ελλάδα τέσσερις γυναικοκτονίες, δηλαδή μία κάθε μήνα, ενώ το σύνολό τους για το 2021 ανέρχεται στις πέντε.
Συγκεκριμένα τον Ιανουάριο του 2021 μια 54χρονη δολοφονήθηκε με 14 μαχαιριές από τον Νορβηγό σύντροφό της στα Χανιά. Τον Απρίλιο η 28άχρονη Κωνσταντίνα Τσάπα και ο 30χρονος αδερφός της δολοφονήθηκαν από τον 31χρονο εν διαστάσει σύζυγό της στη Μακρυνίτσα Πηλίου, σε βάρος του οποίου εκκρεμούσαν ασφαλιστικά μέτρα. Τον Μάιο η 20άχρονη Καρολάιν Κράουτς δολοφονήθηκε από τον 33χρονο πιλότο σύζυγό της στο σπίτι τους στα Γλυκά Νερά. Στις αρχές Ιουνίου ακόμη μία γυναίκα, η 64χρονη Ελένη, δολοφονήθηκε από τον 75χρονο κακοποιητή πρώην συζύγό της έξω από το σπίτι της στην Αγία Βαρβάρα.
Μόλις λίγες ημέρες πριν, στις 16 Ιουλίου, η 26άχρονη Γαρυφαλλιά Ψαράκου ανασύρθηκε νεκρή από τη θαλάσσια περιοχή Λυγαριάς στη Φολέγανδρο. Ο 30χρονος σύντροφός της ομολόγησε ότι την έριξε από τα βράχια ενώ σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση το θύμα είχε ξυλοκοπηθεί άγρια προτού τη σπρώξει στο θάνατο.
Τα παιδιά ως θεατές εγκληματικής συμπεριφοράς
«Η κακιά η ώρα», «Έγκλημα πάθους», «Η ζήλια του θόλωσε το μυαλό», «Τη σκότωσε γιατί την αγαπούσε…»… Αυτοί είναι μόνο μερικοί από τους κατάπτυστους τίτλους οι οποίοι κοσμούν κατά καιρούς τα δημοσιέυματα που αφορούν γυναικοκτονίες στην Ελλάδα και δίνουν τροφή στο πατριαρχικό στερεότυπο που επικρατεί. Ακόμη και σήμερα ο όρος γυναικοκτονία θεωρείται ταμπού στην Ελλάδα – παρότι αναφέρεται σε διεθνείς συμφωνίες και συμβάσεις εδώ και χρόνια-, αν και προέκυψε όντως από κοινωνική ανάγκη.
«Σε ορισμένα περιστατικά έχω αναγκαστεί να εξετάσω και παιδιά τα οποία στην προσπάθειά τους να χωρίσουν τους γονείς τους έχουν χτυπηθεί και τα ίδια. Συχνά όμως παρατηρείται ότι τα παιδιά τα οποία τραυματίζονται πολύ σοβαρά, όχι σωματικά αλλά στην ψυχή τους, είναι οι βουβοί θεατές. Και αυτές οι εικόνες βίας που βλέπουν , μίας βίας που δεν τιμωρείται και συνεχίζεται, δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι κάτι τέτοιο είναι μία αποδεκτή συμπεριφορά», τονίζει η Άννα Ράζου και προσθέτει: «Κάποιες φορές και τα ίδια τα παιδιά φέρνουν τη μαμά τους στο ιατρείο. Παιδιά που δεν αντέχουν να βλέπουν άλλο αυτή την κατάσταση. Γίνονται τα παιδιά γονείς για να προστατέψουν τις μανάδες τους. Οι ηλικίες των γυναικών που έρχονται σε εμάς κυμάινονται από 25 μέχρι 45 ετών. Υπάρχουν και νεότερες αλλά πάνω από το 66% είναι έγγαμες με δύο ανήλικα παιδιά».
Ο ρόλος των ιατροδικαστών
«Πέρα από γιατροί που βλέπουμε αρχικά το σώμα και τις κακώσεις, οι γυναίκες μας λένε και όλη την ιστορία τους, πώς έφτασαν σε εμάς. Έχει πολύ μεγάλη σημασία ότι κατάφεραν να φτάσουν σε εμάς επειδή έρχονται με έναν σκοπό. Να σταματήσουν αυτή την κατάσταση και να έχουν μία καλύτερη ζωή», λέει η Άννα Ράζου, ενώ κάνει λόγο για περιστατικά τα οποία , ενώ έχουν συζητήσεις εκτενώς την κακοποίηση που δέχονται και είναι αποφασισμένες να συνεχίσουν μέχρι τέλους, «ύστερα από κάποιους μήνες όταν φτάνει η υπόθεση στον Εισαγγελέα, αποσύρουν τη μήνυση. Αυτά τα περιστατικά με δυσκολεύουν πολύ. Εγώ πάντα τους λέω ότι θα συμβεί ξανά».
Επισημαίνονται την ενοχικότητα που κατακλύζει τα θύματα κακοποίησης, η ιατροδικαστής σημειώνει: «Τα πιο δύσκολα περιστατικά είναι αυτά που οι γυναίκες πάνε για δεύτερη ή και τρίτη φορά στον ίδιο γιατρό. Νιώθουν συνήθως πολύ άσχημα απέναντι στον γιατρό που τους είχε εξετάσει δύο τρία χρόνια πριν».
Ωστόσο, παρά το δύσκολο που επαγγέλματος υπάρχουν μικρές νίκες που τους γεμίζουν ανακούφιση. «Με πήρε ένα περιστατικό ύστερα από τρία – τέσσερα χρόνια για να με ευχαριστήσει. Μου είπε ότι η ζωή του πλέον είναι εντάξει. Αυτό είναι το μεγαλύτερο δώρο για εμένα», αναφέρει χαρακτηριστικά η Άννα Ράζου.
Μικρό το ποσοστό των κακοποιημένων ανδρών
«Έχουν έρθει και άνδρες κακοποιημένοι από τη σύντροφό τους», σημειώνει η Άννα Ράζου και εξηγεί: «Πρόκειται για πολύ μικρό ποσοστό. Εκεί τα πράγματα είναι διαφορετικά. Επειδή η σωματική διάπλαση των γυναικών δεν τους επιτρέπει να είναι βίαιες με το σώμα, χρησιμοποιούν συνήθως κάποιο όργανο και τα περιστατικά αυτά είναι πολύ βαριά. Χρησιμοποιούν καυτό νερό από βραστήρα, σίδερα, προκαλώντας πολύ σοβαρές κακώσεις».
Ωστόσο, όπως αναφέρει, «τα περιστατικά που εξετάζει ο ιατροδικαστής κατά 97-98% είναι γυναίκες. Η ελληνική κοινωνία είναι κατά βάση πατριαρχική και θεωρεί ότι η γυναίκα πρέπει να δέχεται μία άλφα συμπεριφορά και όταν δεν την αποδέχεται πρέπει να έχει τις αντίστοιχες συνέπειες».
Τα συνηθισμένα λάθη
Πολλές φορές οι γυναίκες κάνουν κάποια λάθη ίσως λόγω ελλιπούς ενημέρωσης. Για παράδειγμα, θεωρούν ότι αν προσφύγουν σε ένα νοσοκομείο ή σε μια οποιαδήποτε ειδικότητα και τους γράψει μια βεβαίωση, αυτό αρκεί. Αυτά τα έγγραφα δυστυχώς δεν αρκούν σε περιπτώσεις ξυλοδαρμού και κακοποίησης καθώς η ιατροδικαστική είναι μια εξειδικευμένη ειδικότητα που μπορεί και εξετάζει αυτά για τα οποία ένας άλλος γιατρός δεν μπορεί να δώσει καίριες απαντήσεις σε περίπτωση που ζητηθούν από τη δικαστική διαδικασία.
Δεν αρκεί να αποτυπώσουμε εκδορές και εκχυμώσεις, πρέπει να απαντήσουμε πώς προκλήθηκαν, ποιο χρόνο προκλήθηκαν, αν είναι συμβατός ο χρόνος που αναφέρει η γυναίκα με αυτό που βλέπουμε ως βλάβη, αν είναι συμβατό το όργανο και ο τρόπος που αναφέρει η γυναίκα με τη βλάβη, αυτές όλες τις απαντήσεις επιβάλλεται να τις δώσει ένας ιατροδικαστής. Ενα δεύτερο λάθος που γίνεται είναι οι φωτογραφίες. Βγάζουν φωτογραφία τα τραύματα και θεωρούν ότι έχουν μια πιστοποίηση των σωματικών βλαβών. Η φωτογραφία από μόνη της είναι ένα στοιχείο που πάσχει, δεν είναι ένα τόσο ισχυρό παρά μόνο αν συνοδεύεται από ιατροδικαστική έκθεση.
Γρηγόρης Λέων: «Μια βεβαίωση από γιατρό ή μια φωτογραφία δεν αρκεί»
Μια γυναίκα όταν έχει υποστεί κακώσεις από έναν θύτη θα πρέπει να γνωρίζει ότι η πρώτη κίνηση που πρέπει να κάνει είναι να προσφύγει για την πιστοποίηση των σωματικών βλαβών σε έναν ιατροδικαστή.
Ο ιατροδικαστής είναι εκείνη η ειδικότητα που έχει την κατάλληλη εκπαίδευση και εμπειρία να πιστοποιεί τις σωματικές βλάβες ώστε η γυναίκα να μπορεί να αποδείξει σε οποιοδήποτε στάδιο νομικής διαδικασίας ουσιαστικά ότι κακοποιήθηκε. Αν η γυναίκα έχει σοβαρά τραύματα, προέχει η υγεία, άρα πηγαίνει πρόωρα σε ένα νοσοκομείο για τις πρώτες βοήθειες και στη συνέχεια υπάρχουν δύο επιλογές:
Η πρώτη επιλογή είναι αν μια γυναίκα είναι αποφασισμένη να περάσει σε μια νομική διαδικασία, όπως μήνυση, υποβάλλει τη μήνυση στο πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα και παράλληλα ζητά την εξέταση από ιατροδικαστή. Σε αυτή την περίπτωση ο ιατροδικαστής παρέχεται δωρεάν από το κράτος και η αστυνομία την παραπέμπει στην πλησιέστερη δημόσια ιατροδικαστική δομή. Υπάρχουν αρκετές γυναίκες που δεν επιθυμούν να κάνουν άμεσα μήνυση, όμως θέλουν να έχουν πιστοποίηση των σωματικών τους βλαβών. Εδώ λοιπόν μπορούν να απευθυνθούν σε ένα ιδιωτικό ιατροδικαστικό ιατρείο. Τότε η γυναίκα εξετάζεται από έναν ιατροδικαστή ώστε να κρατήσει την έκθεση της κλινικής εξετάσεως για οποιαδήποτε μελλοντική χρήση.
Ο Γρηγόρης Λέων είναι πρόεδρος της Ελληνικής Ιατροδικαστικής Εταιρείας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου