Την πιο συμφέρουσα για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας ισορροπία ανάμεσα στο «κόστος» της άδειας μητρότητας και το «όφελος» των επιχειρήσεων από αυτή αναζητά η ΕΕ. Η προσπάθεια αυτή αποτυπώνεται στο «σίριαλ» της αναθεώρησης της σχετικής κοινοτικής Οδηγίας, που ξεκίνησε το 2008 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Το ιστορικό των πολυετών διαβουλεύσεων γύρω από την άδεια μητρότητας και η επιχειρηματολογία που τις συνοδεύει, ένα πράγμα αποδεικνύουν: Μέσα στο καβούκι της ΕΕ, με τα μνημόνια διαρκείας για τους λαούς, μόνοι κερδισμένοι είναι οι επιχειρηματικοί όμιλοι. Ετσι και η συζήτηση γύρω από την άδεια μητρότητας στα όργανα της ΕΕ γίνεται με άξονα τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων και κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που σηματοδοτούν οι σύγχρονες ανάγκες των εργαζόμενων μητέρων.
Ενα σύντομο ιστορικό
Τον Οκτώβρη του 2008, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε την παράταση της ελάχιστης διάρκειας της άδειας μητρότητας από 14 βδομάδες, όπως προβλέπει η ισχύουσα Οδηγία, σε 18 βδομάδες. Μια σειρά συζητήσεις σε διάφορα σώματα, από τότε μέχρι σήμερα, δεν κατάφεραν να καταλήξουν σε μια νέα Οδηγία. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έλαβε οριστική απόφαση για την απόσυρση της Πρότασης Οδηγίας, παρά το γεγονός ότι στο τέλος του Ιούνη εξέπνευσε η προθεσμία που είχε θέσει, προκειμένου να σημειωθεί πρόοδος.
Η ισχύουσα Οδηγία για την άδεια μητρότητας (92/85/ΕΟΚ) υιοθετήθηκε το 1992. Προβλέπει συνεχόμενη άδεια τουλάχιστον 14 βδομάδων πριν και ή/και μετά τον τοκετό, σε συμφωνία με την εθνική νομοθεσία και πρακτική. Το επίδομα κατά τη διάρκεια της άδειας θεωρείται επαρκές, εφόσον εγγυάται εισόδημα τουλάχιστον ισοδύναμο με αυτό που η εργαζόμενη θα λάμβανε στην περίπτωση αναρρωτικής άδειας.
Τον Οκτώβρη του 2010, το Ευρωκοινοβούλιο υιοθέτησε ψήφισμα το οποίο έκανε λόγο για ελάχιστη άδεια μητρότητας διάρκειας 20 βδομάδων. Η πρόταση αυτή εγκαταλείφθηκε πολύ σύντομα, αφού απορρίφθηκε από το Συμβούλιο των υπουργών Εργασίας, στο τέλος του ίδιου έτους. Οι Ευρωπαίοι υπουργοί εκτίμησαν πως η πρόταση για άδεια μητρότητας 20 βδομάδων «δε συνιστά κατάλληλη διαπραγματευτική βάση», επαναφέροντας την πρόταση για άδεια 18 βδομάδων, σαν μία «πιο αποδεκτή βάση για ένα συμβιβασμό». Αξίζει να σημειώσουμε πως με την άδεια μητρότητας διάρκειας 18 βδομάδων συμφωνεί και η πρόταση του ILO (Διεθνής Οργάνωση Εργασίας), που είναι επιτελείο των καπιταλιστών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που περιλαμβάνονται σε πρόσφατη μελέτη που έγινε για λογαριασμό της Επιτροπής FEMM του Ευρωκοινοβουλίου, προκειμένου να αξιοποιηθεί στη συζήτηση για την αναθεώρηση της ισχύουσας Οδηγίας, η εικόνα σήμερα στην ΕΕ έχει ως εξής: Η μέση διάρκεια της άδειας μητρότητας στην ΕΕ είναι 23 βδομάδες. 25 κράτη-μέλη προβλέπουν άδεια μητρότητας μεγαλύτερης διάρκειας από 14 βδομάδες. Την ελάχιστη διάρκεια (14 βδομάδες) εφαρμόζουν Γερμανία, Σουηδία και Κροατία, ενώ η μεγαλύτερη διάρκεια (58,6 βδομάδες) καταγράφεται στη Βουλγαρία. Οσον αφορά την Ελλάδα, η άδεια μητρότητας διαρκεί 17 βδομάδες.
Κριτήριο η ανταγωνιστικότητα
Αστικό κράτος και εργοδοσία, οι ενώσεις, τα κόμματα και οι οργανώσεις τους αντιμετωπίζουν την άδεια μητρότητας σαν ένα «έξοδο» που είναι αναγκαίο, στο βαθμό που τους ενδιαφέρει να εκμεταλλεύονται την εργασία των γυναικών, αλλά που πρέπει να περιορίζεται, ώστε το «κόστος» να μην υπερβαίνει το όφελος που προσδοκούν. Αυτό που ενδιαφέρει ΕΕ και κυβερνήσεις είναι η καλύτερη εξυπηρέτηση των μονοπωλίων και των κερδών τους. Και το καθήκον τους δεν είναι εύκολο, μιας και πρέπει να συμβιβάσουν πράγματα που, σε ένα βαθμό, είναι αντιφατικά: Από τη μία την ανάγκη των καπιταλιστών να εντάσσονται οι γυναίκες στην παραγωγή, κυρίως ως φτηνή και ευέλικτη εργατική δύναμη, να παράγουν με την εργασία τους υπεραξία για το κεφάλαιο και από την άλλη την αντιμετώπιση της μητρότητας, των απαραίτητων μέτρων και παροχών για την προστασία της, ως παράγοντα που ζημιώνει τα κέρδη.
Η διελκυστίνδα αυτή αποτυπώνεται συνολικά στη συζήτηση για την Πρόταση Οδηγίας και ειδικότερα σε όσα σημειώνονται στη μελέτη που εκπονήθηκε για την Επιτροπή FEMM του Ευρωκοινοβουλίου. Οσον αφορά τις άδειες, τη διάρκεια και την αμοιβή τους, το εν λόγω κείμενο διαπιστώνει: «Η σχέση ανάμεσα στο κόστος και το όφελος για μεγαλύτερης διάρκειας και καλύτερα αμειβόμενες άδειες εξαρτάται από την αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας και το υψηλότερο ΑΕΠ που σχετίζεται με αυτή την αύξηση του εργατικού δυναμικού». Με το ίδιο σκεπτικό, υπογραμμίζει πως οι δείκτες απασχόλησης των γυναικών γενικά και των μητέρων με μικρά παιδιά ειδικότερα, μπορούν να αυξηθούν με μέτρα συμφιλίωσης επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, «αρκεί αυτά να μην επιφέρουν υψηλότερο κόστος στους εργοδότες». Παράλληλα, η ομογενοποίηση των προβλέψεων των κρατών-μελών σχετικά με την άδεια μητρότητας, εντάσσεται στην προσπάθεια διαμόρφωσης μιας ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας. Ετσι, η έλλειψη ομοιομορφίας όσον αφορά τις άδειες μητρότητας, αντιμετωπίζεται ως ένα εμπόδιο για την «εργασιακή κινητικότητα» των γυναικών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου