Σχέδιο κοινής πρωτοβουλίας της εκτελεστικής διευθύντριας της Μονάδας του ΟΗΕ για τις Γυναίκες UN Women, κ. Phumzile Mlambo-Ngcuka και της επιτρόπου της Ε.Ε. αρμόδιας για θέματα φύλου, κ. Helena Dalli
Οι καταστροφές διαμορφώνουν τον ρου της Iστορίας. Μετά την ισπανική γρίπη του 1918 εισήλθαν περισσότερες γυναίκες στην αγορά εργασίας, σε ρόλους που στο παρελθόν προορίζονταν αποκλειστικά για άνδρες. Μερικές μάλιστα λάμβαναν την ίδια αμοιβή με τους προκατόχους τους, ενώ ηγετικές θέσεις στο εργατικό δυναμικό καλύφθηκαν από γυναίκες.
Έναν αιώνα αργότερα, εν μέσω μιας άλλης πανδημίας, εξακολουθούμε να αγωνιζόμαστε σκληρά για την ισότητα των φύλων, με την κρίση του κορονοϊού να ενισχύει τις υφιστάμενες ανισότητες και ανισορροπίες ισχύος, και να πλήττει δυσανάλογα τις γυναίκες, κάτι που φαίνεται, μεταξύ άλλων, από την απότομη αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας. Ωστόσο, η πανδημία είναι επίσης μια ευκαιρία για «καλύτερη ανοικοδόμηση» και αποδόμηση των διαρθρωτικών ανισοτήτων μεταξύ των φύλων. Το πρώτο βήμα είναι η κατανόηση του πού βρίσκονται οι μεγάλες ελλείψεις –για παράδειγμα, στη δεινοπαθούσα οικονομία της φροντίδας. Ανά τον πλανήτη οι γυναίκες παρέχουν κατά μέσο όρο τρεις φορές παραπάνω από τους άνδρες μη αμειβόμενη φροντίδα και οικιακή εργασία, και επωμίζονται επίσης το μεγαλύτερο μέρος της φροντίδας παιδιών. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της ΔΟΕ, 606 εκατομμύρια γυναίκες σε ηλικία εργασίας δήλωσαν ότι δεν ήταν σε θέση να βρουν αμειβόμενη εργασία λόγω του ότι παρείχαν μη αμειβόμενη φροντίδα, σε σύγκριση με 41 εκατομμύρια άνδρες. Τα μέτρα ανάσχεσης της πανδημίας, οι εντολές εγκλεισμού στο σπίτι και το κλείσιμο των σχολείων έχουν φέρει την ήδη εύθραυστη κατάσταση σε οριακό σημείο, καθώς οι γυναίκες έχουν αναλάβει πρόσθετα καθήκοντα φροντίδας, πολύ συχνά επιπλέον της αμειβόμενης απασχόλησής τους ως προσωπικό σε θέσεις κρίσιμης σημασίας ή υπό νέο, εξ αποστάσεως καθεστώς εργασίας.
Οι γυναίκες βρίσκονται επίσης στην πρώτη γραμμή παροχής υπηρεσιών υγείας και περίθαλψης, με αποτέλεσμα να εκτίθενται καθημερινά στον κίνδυνο μόλυνσης από τον κορονοϊό. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι γυναίκες αποτελούν το 69% των επαγγελματιών του τομέα της υγείας και το 88% των εργαζομένων στον τομέα παροχής ατομικής φροντίδας. Στην Ε.Ε., οι εργαζόμενοι στον τομέα της παροχής φροντίδας είναι συνήθως μετανάστριες από φτωχότερες χώρες, οι οποίες καλύπτουν τα κενά σε πλουσιότερες χώρες –ως νοσηλεύτριες, εργαζόμενες στον τομέα της μακροχρόνιας φροντίδας και οικιακές βοηθοί– και φροντίζουν άλλους, ενώ αφήνουν πίσω τις οικογένειες και τα παιδιά τους.
Η παροχή φροντίδας –αμειβόμενη και μη– συντηρεί τις κοινωνίες μας και τις οικονομίες μας, αλλά με υψηλό κόστος για τις γυναίκες. Πρέπει να υποστηριχθεί καλύτερα και να μοιράζεται πιο ισότιμα. Χρειάζονται περισσότερες ενέργειες για να εξασφαλίσουμε επενδύσεις σε συστήματα υγείας, φροντίδας παιδιών και μακροχρόνιας φροντίδας.
Η φροντίδα των παιδιών χρειάζεται μεγαλύτερες και πιο εστιασμένες επενδύσεις. Περισσότερες και οικονομικά προσιτές υψηλής ποιότητας υπηρεσίες φροντίδας παιδιών θα οδηγήσουν περισσότερες γυναίκες σε αμειβόμενη εργασία, ενώ οι υψηλότερες επιδοτήσεις για την εν λόγω φροντίδα θα έχουν ως αποτέλεσμα την υψηλότερη χρήση αυτών από γονείς. Η Ε.Ε. βοηθά τις ευρωπαϊκές χώρες με στοχοθετημένη οικονομική στήριξη βάσει των αναγκών τους για τις υπηρεσίες αυτές. Ακόμη και έτσι, η έλλειψη επαρκούς φροντίδας παιδιών οδηγεί σε μεγάλες οικονομικές απώλειες —εκτιμώμενο ποσό 350 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως στην Ε.Ε. από τη μειωμένη οικονομική συμμετοχή των γυναικών.
Η κρίση του κορονοϊού φέρνει στο προσκήνιο την επείγουσα ανάγκη για συνεχείς επενδύσεις σε υπηρεσίες φροντίδας παιδιών και άλλες υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των βασικών υπηρεσιών για επιζώντες βίας και των υπηρεσιών σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας. Επιπλέον, οι αναφορές, οι οποίες πληθαίνουν παγκοσμίως, για μια «σκιώδη πανδημία» οικογενειακής και άλλων μορφών βίας κατά των γυναικών υπογραμμίζουν τη σημασία συνεχούς δράσης για την πρόληψη και την αντιμετώπισή της, όπως π.χ. μέσω της πρωτοβουλίας ΕΕ-Ηνωμένων Εθνών Spotlight.
Πρέπει επίσης να διαφοροποιήσουμε τον τρόπο λήψης αποφάσεων για τη δημόσια υγεία. Παρόλο που οι γυναίκες παρέχουν το μεγαλύτερο μέρος των υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης, το 2019 το 72% των ηγετικών θέσεων στον τομέα της υγείας παγκοσμίως καταλαμβάνονταν από άνδρες. Η έκθεση της Μονάδας του ΟΗΕ για τις γυναίκες σχετικά με την επανεξέταση της κατάστασης των δικαιωμάτων των γυναικών τονίζει σαφώς αυτή τη μορφή διαρθρωτικών ανισοτήτων: οι άνδρες αποτελούν το 75% των βουλευτών, το 73% των διευθυντικών στελεχών, το 70% των διαπραγματευτών για το κλίμα και σχεδόν το σύνολο των διαπραγματευτών για την ειρήνη.
Αυτό πρέπει να αλλάξει, αν επιδιώκουμε σοβαρά την ισότητα. «Καλύτερη ανοικοδόμηση» σημαίνει να φέρουμε τις γυναίκες στο τραπέζι λήψης αποφάσεων — και να πραγματοποιήσουμε διαρθρωτικές αλλαγές, μεταξύ άλλων και στο σύστημα υπηρεσιών φροντίδας, που θα το καθιστούν αυτό εκουσίως δυνατό.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στη στρατηγική της για την ισότητα των φύλων 2020-2025, συμπεριέλαβε σε εξέχουσα θέση το θέμα της ηγετικής θέσης των γυναικών, μαζί με μια εκστρατεία για την καταπολέμηση των έμφυλων στερεοτύπων. Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η ισότητα των φύλων θα ενσωματωθεί πλήρως στην εκπαίδευση, ώστε να καταστεί δυνατό ένα μέλλον με ισότητα μεταξύ των φύλων. Υπό αυτό το πρίσμα, η Διεθνής Ημέρα Γυναικών και Κοριτσιών στην Επιστήμη, η οποία γιορτάζεται στις 11 Φεβρουαρίου, αποτελεί εξαιρετικό παράδειγμα συγκεκριμένης δράσης από τα Ηνωμένα Έθνη και τα κράτη μέλη τους για την καταπολέμηση του διαχωρισμού των φύλων στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Καθώς ο κόσμος αναζητά τον καλύτερο τρόπο ανάκαμψης από την πανδημία του κορονοϊού και την οικοδόμηση ανθεκτικότητας, καλούμε όλες τις χώρες να πραγματοποιήσουν τις από καιρό απαραίτητες επενδύσεις στην οικονομία της φροντίδας. Αυτό σημαίνει να διαθέσουν κατά προτεραιότητα κονδύλια του προϋπολογισμού για την επέκταση της πρόσβασης σε υπηρεσίες φροντίδας και τη βελτίωση της ποιότητας αυτών, καθώς και για τη διασφάλιση αξιοπρεπούς εργασίας και κοινωνικής προστασίας. Οι εν λόγω επενδύσεις θα είναι κρίσιμης σημασίας για τη βιώσιμη ανάκαμψη, η οποία θα αποφέρει πολλαπλά οφέλη: οι γυναίκες με ευθύνες φροντίδας που ενδέχεται να έχουν χάσει τη θέση εργασίας τους θα μπουν/επιστρέψουν πιο εύκολα στην αγορά εργασίας· πόροι θα διοχετευτούν στην οικονομία της φροντίδας όπου υπάρχει η δυνατότητα δημιουργίας θέσεων εργασίας, σε μια εποχή στην οποία τα ποσοστά της ανεργίας είναι ιδιαίτερα αυξημένα και οι κυβερνήσεις προσπαθούν να επανεντάξουν τους πολίτες στην αγορά εργασίας· και θα στηρίξουμε τις πράσινες θέσεις εργασίας που παρέχουν φροντίδα στους ανθρώπους, αποφεύγοντας παράλληλα περαιτέρω υποβάθμιση του περιβάλλοντος, διατηρώντας την έμφυλη δικαιοσύνη και τη δικαιοσύνη ως προς την κλιματική αλλαγή ως σταθερές προτεραιότητες.
Ας μετατρέψουμε την κρίση αυτή σε ευκαιρία για θετικές αλλαγές και ένα πιο ισότιμο μέλλον για όλους.
Phumzile Mlambo-Ngcuka* και Helena Dalli**
* Εκτελεστική διευθύντρια της Μονάδας του ΟΗΕ για τις Γυναίκες UN Women
** Επιτρόπος της Ε.Ε. αρμόδια για θέματα φύλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου