... 1 στις 3 γυναίκες κάποια στιγμή στη ζωή της θα αντιμετωπίσει σωματική, ψυχολογική ή σεξουαλική βία από τον σύντροφό της-1 στις 5 γυναίκες θα πέσει θύμα βιασμού ή απόπειρας βιασμού-Δεν είσαι η Μόνη...Δεν είσαι Μόνη....-24ωρη Γραμμή SOS 15900- Συμβουλευτικό Κέντρο Υποστήριξης Γυναικών Θυμάτων Βίας Δήμου Θηβαίων

Παρασκευή 20 Μαΐου 2016

Η ημιμάθειά μας στο θέμα της ενδοοικογενειακής βίας

Φώτο: The Conversation

Στην έκδοση του «Νέου Κόσμου» της 12/5/2016 σε άρθρο μου με τίτλο «Αντίο θεία Βιολέτα! Έφυγες νωρίς», αναφέρθηκα στο θέμα της άσκησης ενδοοικογενειακής βίας προς ηλικιωμένα άτομα, ενός φαινομένου που όσο και αν θέλουμε να το αγνοήσουμε πλήττει και την ελληνική παροικία. 
Επανέρχομαι, γιατί πιστεύω ότι ο διάλογος στο συγκεκριμένο θέμα δεν πρέπει να σταματήσει εδώ και γιατί μετά τη δημοσιοποίηση του συγκεκριμένου άρθρου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, άρχισε να γίνεται κάποιος διάλογος και αυτό είναι θετικό. 
Την ίδια στιγμή, όμως, ομολογώ ότι από πολλά σχόλια που έγιναν στην συγκεκριμένη πλατφόρμα επικοινωνίας (Facebook), διαπίστωσα το πόσα λίγα ξέρουμε και καταλαβαίνουμε για το πώς αντιμετωπίζεται ουσιαστικά αυτό το τραγικό κοινωνικό φαινόμενο. Είμαι της άποψης ότι η ημιμάθεια είναι χειρότερη της αμάθειας, γι' αυτό θα ήθελα να αναφερθώ σε κάποια συγκεκριμένα σημεία που φανερώνουν την έλλειψη σωστής πληροφόρησης πολλών. 
Θα εστιάσω στην συγκεκριμένη περίπτωση της «κ. Μαρίας» που ανέφερα στο άρθρο της 12/5/2016, γιατί πολλά σχόλια αναφέρονται στη δική της περίπτωση. Το γεγονός ότι έχω πολλές ενδείξεις ότι η «κ. Μαρία» είναι θύμα οικογενειακής βίας, το ότι συμβαίνει πολύ κοντά στο σπίτι μου, και ενώ το ακούω δεν πήγα να το καταγγείλω στην αστυνομία, επικρίθηκε από πολλούς. Και αυτό ακριβώς υποδηλώνει μία γενικότερη άγνοια όσον αφορά την ουσιαστική αντιμετώπιση του συγκεκριμένου φαινομένου, με γνώμονα πάντα, το σεβασμό στα προσωπικά δικαιώματα του θύματος (τα οποία καταπατούνται από τον δράστη) αλλά και το σεβασμό στις ανησυχίες, την κουλτούρα και τις επιλογές του. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε όλοι μας ότι πρωταρχικός στόχος της προσπάθειας του καθενός μας ξεχωριστά, αλλά και της Πολιτείας συλλογικά, είναι να βοηθήσει τα θύματα και στην προκειμένη περίπτωση οι ηλικιωμένοι, να ξεπεράσουν τις προκαταλήψεις τους, να βρουν τη δύναμη να μιλήσουν, να ζητήσουν βοήθεια. Απώτερος στόχος είναι να βγουν από τον φαύλο κύκλο της οικογενειακής βίας. 
Πολλοί αναγνώστες του άρθρου με κατηγόρησαν για παράλειψη καθήκοντος (negligent of duty of care) επειδή δεν πήγα άμεσα στην Αστυνομία να καταγγείλω αυτά που ακούω προκειμένου να επέμβουν οι Αρχές και να απομακρύνουν τον γιο της ηλικιωμένης συμπαροίκου. 
Θα ήταν καλό να γνωρίζουμε όλοι ότι το νομικό πλαίσιο στη Βικτώρια και σε άλλες Πολιτείες της χώρας όσον αφορά την ποινική δίωξη ατόμων που ασκούν βία, δεν υποχρεώνει όσους γνωρίζουν ή έχουν κάποια υποψία για άσκηση βίας, να το αναφέρουν στις Αρχές. Αν επιλέξουν να το κάνουν όμως, καλό είναι να γνωρίζουμε ότι η Αστυνομία δεν θα ασκήσει ποινική δίωξη αν το θύμα δεν δώσει την συγκατάβαση του σε αυτή. 
Η υποχρεωτική αναφορά (mandatory reporting) στις Αρχές όταν πρόκειται για ενήλικα θύματα είναι νομοθετημένη μόνο στην Βόρεια Επικράτεια. Η Βασιλική Επιτροπή της Βικτώριας στην πρόσφατη έκθεσή της δεν υιοθέτησε τη συγκεκριμένη σύσταση για υποχρεωτική καταγγελία, γιατί σύμφωνα με εισηγήσεις ειδικών ο κίνδυνος το μέτρο αυτό να επιδεινώσει την κατάσταση είναι πολύ μεγαλύτερος από τα οφέλη του. Ειδικές υπηρεσίες παροχής στήριξης σε θύματα ενδοοικογενειακής βίας εξέφρασαν την άποψη ότι υποχρεώνοντας, γιατρούς ψυχολόγους, νοσοκόμες, αλλά και άλλα μέλη της κοινωνίας μας, να καταγγέλλουν τις υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας, αν τις δουν ή τις υποπτευθούν, λειτουργεί αποτρεπτικά για πολλές γυναίκες. Με άλλα λόγια, αντί να βοηθήσει τα θύματα να βγουν από τον φαύλο κύκλο της οικογενειακής βίας τα «μπερδεύει» ακόμα πιο πολύ στα πλοκάμια της καθώς πολλές γυναίκες φοβούμενες ότι ο οικογενειακός τους γιατρός (επειδή ο νόμος τον υποχρεώνει - mandatory reporting), θα καταγγείλει στις Αρχές την υπόθεσή τους, δεν πάνε καν στο γιατρό να ζητήσουν βοήθεια ή ψυχολογική στήριξη, δεν λένε κουβέντα σε κανέναν κοινωνικό λειτουργό και σε καμία υπηρεσία. Ούτε στο νοσοκομείο που θα πάνε να ζητήσουν περίθαλψη επειδή κάποιος δικός τους άνθρωπος τις τραυμάτισε σοβαρά θα πουν πώς συνέβη το ατύχημα. Συνεχίζουν να ζουν τον εφιάλτη της οικογενειακής βίας. Και αυτό επειδή φοβούνται. Η ψυχολογική κατάσταση στην οποία βρίσκεται μία γυναίκα-θύμα ενδοοικογενειακής βίας δεν χρειάζεται πολλά λόγια για να περιγραφεί. Μία λέξη αρκεί… «Τρόμος».
Ας δούμε όμως για ποιους ακόμα λόγους η υποχρεωτική καταγγελία, δεν είναι η ενδεδειγμένη μέθοδος αντιμετώπισης του φαινομένου αυτού. Όταν μία γυναίκα πέφτει θύμα οικογενειακής βίας ένα από τα πρώτα «πράγματα» που χάνει είναι τα ανθρώπινα δικαιώματά της. Χάνει το δικαίωμα της ελευθερίας σκέψης και έκφρασης, το δικαίωμα της ελευθερίας από βασανιστήρια και σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, το δικαίωμα της προσωπικής ασφάλειας, με άλλα λόγια χάνει το δικαίωμα να ορίζει τη ζωή της και να είναι κύριος του εαυτού της. 
Με το να έρθει μία γυναίκα-θύμα, είτε είσαι γιατρός είτε νοσοκόμα είτε κοινωνικός λειτουργός είτε γείτονας και να σου πει αυτά που τραβάει και ότι δεν θέλει να πάει στην αστυνομία να καταγγείλει την συμπεριφορά του γιου της, αν εσύ αδιαφορήσεις και παραβείς την παράκλησή της, αφενός, κάνεις αυτό ακριβώς που κάνει και ο άνθρωπος που την κακοποιεί μη σεβόμενος το δικαίωμά της να ορίζει τη ζωή της, να κάνει τις επιλογές της και, αφετέρου, όταν η αστυνομία χτυπήσει την πόρτα της, χάνεις και την εμπιστοσύνη της. Στην ουσία χάνεις την ευκαιρία να την βοηθήσεις γιατί στα μάτια της άσχετα με τις όποιες αγαθές σου προθέσεις, μετατρέπεσαι και εσύ σε εχθρό της, σε έναν ακόμα άνθρωπο, όπως ο γιόος της, ο άντρας της που την κακοποιεί, που πρόδωσε την εμπιστοσύνη της. Την χάνεις και μαζί της χάνεται και η ευκαιρία που είχες να βοηθήσεις έναν άνθρωπο που νοιώθει τόσο αβοήθητος και αδύναμος. 
Θα πρέπει να πούμε ότι το να «τρέξει» κάποιος τρίτος στην Αστυνομία και να καταγγείλει μία περίπτωση άσκησης ενδοοικογενειακής βίας είναι πολύ εύκολο. Είναι όμως και ανεύθυνο. Τηλεφωνώ στην Αστυνομία και «νίπτω τα χείρας μου», με άλλα λόγια. Αυτό όμως δεν βοηθά ούτε το θύμα ούτε τον δράστη. Γιατί και οι δύο χρειάζονται βοήθεια. Η οδός που ενδείκνυται αν το θύμα δεν θέλει να καταγγείλει το έγκλημα είναι η παραπομπή του σε κοινωνικές υπηρεσίες, η παροχή ψυχολογικής, οικονομικής ή άλλης στήριξης, όπως η παροχή κάποιου χώρου όπου θα μπορεί να ζήσει με ασφάλεια και να πάρει πληροφορίες για τα νομικά του δικαιώματα τα οποία όταν θα θέλει και θα είναι σε θέση, συνειδητά θα τα διεκδικήσει, συνειδητά θα πάει στην Αστυνομία και θα ζητήσει την τιμωρία του δράστη. Μέχρι να φτάσει όμως εκεί ο δρόμος είναι μακρύς. Υπάρχει όμως!
Η προσέγγιση του «πονάει χέρι, κόβει χέρι» στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι απλά ανεύθυνη. Είναι κάτι πολύ χειρότερο… Επικίνδυνη!

Δεν υπάρχουν σχόλια: