Η Δούμα ψήφισε με συντριπτική πλειοψηφία το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου και εγκρίθηκε πως όσοι συλλαμβάνονται να δέρνουν τους οικείους τους θα καταδικάζονται σε χρηματικό πρόστιμο ή 15 ημέρες κράτησης. Ο νόμος εγκρίθηκε και από την Άνω Βουλή και από τον Πούτιν, ο οποίος είχε εκδηλώσει την υποστήριξή του εξαρχής.

Ο εκπρόσωπος της κοινοβουλευτικής ομάδας του φιλικά προσκείμενου στο Κρεμλίνο κόμματος Ενωμένη Ρωσία, Αντρέι Ισάγεφ, είπε ότι τα μέλη της Δούμας «αφουγκράστηκαν την απαίτηση της κοινωνίας». Το 2017, σφυγμομέτρηση του κρατικού φορέα VTsIOM, έδειξε ότι 19% των Ρώσων θεωρούν πως ο ενδοοικογενειακός ξυλοδαρμός είναι «αποδεκτός υπό ορισμένες συνθήκες». «Ο νόμος αυτός θα καθαγιάσει τη βία και θα την καταστήσει αποδεκτή συμπεριφορά», είχε πει βουλευτής του Κομμουνιστικού Κόμματος, Γιούρι Σινέλτσικοφ.

Στη Ρωσία ΜΚΟ που βοηθούν θύματα ενδοοικογενειακής βίας απευθύνουν έκκληση στις αρχές να αναλάβουν δράση. Κατά τη διάρκεια της καραντίνας ο αριθμός των θυμάτων σχεδόν διπλασιάστηκε, αλλά χωρίς να αλλάζει κάτι στο σχετικό νομοθετικό πλαίσιο. Η δημοσιογράφος του euronews μεταδίδει: «Τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας που αναφέρθηκαν κατά τη διάρκεια της καραντίνας ήταν πάνω από διπλάσια στον αριθμό. Οι ΜΚΟ ζητούν από την κυβέρνηση να προσφέρει καταφύγια και κάθε μορφή βοήθειας στα θύματα που δεν μπορούν να γλιτώσουν από εκείνους που τους επιτίθενται ειδικά την περίοδο της καραντίνας».

YouA reNot Alone

Η Αλένα Ποπόβα είναι μια από τους ιδρυτές του δικτύου YouAreNot Alone που ζητά την υιοθέτηση νόμου για την ενδοοικογενειακή βία στη Ρωσία. «Η αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας είναι απολύτως καταστροφική και αυτή η βία έχει γίνει πιο σύνθετη. Αν κάποιος συνήθιζε να χτυπάει πριν την καραντίνα, τώρα χτυπά και βιάζει. Μια καταστροφή, είχαμε επιδημία περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας κι κατά τη διάρκεια της καραντίνας ο αριθμός αυξήθηκε δραματικά» δήλωσε η δικηγόρος Άννα Πόποβα.

Από το 2019, το 70% των Ρώσων θεωρεί ότι είναι αναγκαία η ψήφιση νόμου για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας. Μεγάλο κύμα στήριξης γι’ αυτό ήρθε μετά τον Ιούλιο του 2018, όταν τρεις αδελφές μαχαίρωσαν τον πατέρα τους στον ύπνο του, στο σπίτι τους στη Μόσχα. Οι ερευνητές που ανέλαβαν την υπόθεση επιβεβαίωσαν ότι ο πατέρας τους ασκούσε πάνω τους βία επί χρόνια. Περισσότεροι από 300.000 άνθρωποι υπέγραψαν αναφορά που ζητούσε την απελευθέρωσή τους. Ωστόσο η δικαιοσύνη έχει αντίθετη άποψη για τα τρία κορίτσια και κάποιοι τις θεωρούς φόνισσες.

Αξιωματούχοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας και 200 θρησκευτικές οργανώσεις μπλοκάρουν οποιαδήποτε επιθυμία για αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου.

Πιο ένθερμοι υποστηρικτές της θέσπισης σχετικού νόμου για την ενδοοικογενειακή βία, σύμφωνα με την δημοσκόπηση του 2020 του Εθνικού Κέντρου Μελέτης της Κοινής Γνώμης (VICIOM) που έδειξε ότι η πλειοψηφία των Ρώσων σε ποσοστό 70% θεωρεί αναγκαία την ψήφιση νόμου, είναι οι γυναίκες, καθώς το 80% των γυναικών τάσσεται υπέρ της ψήφισης του νόμου έναντι του 57% των ανδρών, ενώ το 94% των γυναικών θεωρούν ανεπίτρεπτη την ενδοοικογενειακή βία σε σχέση με το 85% των ανδρών. Επίσης οι γυναίκες παραδέχονται περισσότερο από τους άνδρες, σε ποσοστό 43% έναντι 37%, ότι έχουν ακούσει για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας σε οικογένειες που γνωρίζουν.

Στη συντριπτική πλειοψηφία – έως και 75% – οι γυναίκες γίνονται θύματα επίθεσης στην οικογένεια. Όσον αφορά τη συζυγική βία, το ποσοστό τους φτάνει το 91%. Τέτοια δεδομένα παρουσιάζονται σε μια εμπειρογνωμόνων-αναλυτική μελέτη που πραγματοποιήθηκε από το Κρατικό Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης (SPbSU) κατόπιν αιτήματος της Κρατικής Δούμας.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), με αφορμή την προσφυγή τεσσάρων γυναικών από την Ρωσία που είχαν προσφύγει σ’ αυτό καταγγέλλοντας την αδιαφορία με την οποία τις αντιμετώπισαν οι αρχές, κάλεσαν τις ρωσικές αρχές να αντιμετωπίσουν το ζήτημα. Ωστόσο το Υπουργείο Δικαιοσύνης της χώρας, σε απάντηση του, εξέφρασε την άποψη ότι το ΕΔΑΔ «υπερβάλλει σημαντικά» ως προς το θέμα της ενδοοικογενειακής βίας στην Ρωσία.

Οι τέσσερις υποθέσεις τις οποίες εξετάζει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αφορούν περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας την οποία υπέστησαν τέσσερις Ρωσίδες. Η Μαργκαρίτα Γκρατσιόβα, ο άνδρας της οποίας έκοψε τα χέρια της. Η Νατάλια Τουνίκοβα, κρίθηκε ένοχη επειδή επιτέθηκε στον σύζυγό της και τον μαχαίρωσε , όταν εκείνος προσπάθησε να την εκπαραθυρώσει από τον 16ο όροφο, ενώ την κακοποιούσε συστηματικά. Η Ελένα Γκέρσμαν κακοποιήθηκε σοβαρά εννέα φορές από τον πρώην σύζυγό της, αλλά οι αρχές απέρριψαν το αίτημα της να ασκήσει ποινική δίωξη εναντίον του με το επιχείρημα ότι δεν συνιστά ποινικό αδίκημα η ενδοοικογενειακή βία. Η Ιρίνα Πετρακόβα απευθύνθηκε στη δικαιοσύνη επειδή ο σύζυγός της την βίαζε και την κακοποιούσε, ενώ συνέχισε να την καταδιώκει και μετά το διαζύγιο, αλλά το ρωσικό δικαστήριο του επέβαλε ποινή κοινωνικής εργασίας ενώ αργότερα αναθεώρησε την απόφαση του.