Ακριβότερες σχεδόν σε όλο τον κόσμο οι ελληνικές συντάξεις - γεννάμε λίγο, οι νέοι φεύγουν και ο πληθυσμός συρρικνώνεται χρόνο με το χρόνο - έθνος γερόντων κινδυνεύει να γίνει η Ελλάδα, ακάλυπτοι οι συνταξιούχοι μετά το 2050 αφού οι εργαζόμενοι όλο και μειώνονται. Ελπίδα: η ανάκαμψη, η κρατική μέριμνα στις εργαζόμενες μητέρες, η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού αλλά και η ενσωμάτωση ικανού αριθμού μεταναστών...
Η είδηση πέρασε μάλλον στα ψιλά γιατί κατέφθασε εν μέσω θέρους, δύο μόλις μέρες πριν τον Δεκαπενταύγουστο: Μείωση πληθυσμού κατά 18% αναμένεται να συμβεί στην Ελλάδα μέχρι το 2050, σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου του Βερολίνου για το Δημογραφικό Μέλλον της Ευρώπης.* Από περίπου 11 (10,8) εκατομμύρια το 2016, θα μειωθούμε στα περίπου 10 εκατομμύρια έως το 2030 και στα 9 εκατομμύρια έως το 2050.
Όχι μόνο γιατί οι Ελληνίδες γεννούν λιγότερο απ' όλες τις Ευρωπαίες (μόλις 1,33 παιδιά ανά γυναίκα) αλλά και γιατί η νεολαία, χτυπημένη από την αιώνια κρίση, μεταναστεύει όλο και περισσότερο προς τη Δύση. Μάλιστα, από το 2011 έως σήμερα, και λόγω της κρίσης, η μείωση των γεννήσεων είχε ως αποτέλεσμα απώλεια πληθυσμού κατά 3%.
Κατά συνέπεια, το ποσοστό πληθυσμού 65+, σύμφωνα με τις τωρινές προβλέψεις, θα είναι το υψηλότερο στην Ευρώπη μέχρι το 2050 ενώ οι κρατικές συντάξεις, οι ακριβότερες όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά σχεδόν και στον πλανήτη ολόκληρο, είναι αμφίβολο αν θα καταφέρουν στο μέλλον να προσφέρουν ένα δίχτυ ασφαλείας στους ηλικιωμένους.
Η Ελλάδα έχει έναν από τους πιο γερασμένους πληθυσμούς στην Ευρώπη: 1 στους 5 Έλληνες (21%) είναι σήμερα άνω των 65 ετών - μόνον η Ιταλία στην Ευρώπη έχει υψηλότερο ποσοστό ηλικιωμένων. Δεν προκαλεί λοιπόν έκπληξη το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις τωρινές προβλέψεις, η χώρα μας ενδέχεται να έχει την χειρότερη σε όλη την Ευρώπη αναλογία εργαζομένων προς συνταξιούχους έως το 2050.
Για πρώτη φορά μετά από 30 χρόνια περισσότεροι φεύγουν παρά έρχονται στην Ελλάδα
Δεν είναι μόνο οι πρόσφυγες που θέλουν να φύγουν από την Ελλάδα για την βόρεια και την δυτική Ευρώπη. Οι Έλληνες πολίτες μετακομίζουν όλο και περισσότερο στο εξωτερικό προς αναζήτηση καλύτερων εργασιακών προοπτικών. Το 2010, το μεταναστευτικό ισοζύγιο ήταν αρνητικό για πρώτη φορά μετά από 35 χρόνια!
Από τα τέλη του πολέμου ως τα μέσα της δεκαετίας του 1970 οι Έλληνες ήταν μεταναστευτικός λαός. Από τότε και έπειτα όμως άρχισαν να μένουν στη χώρα τους και η Ελλάδα άρχισε εκείνη να δέχεται μετανάστες – από χώρες γειτονικές όπως η Αλβανία, η Βουλγαρία και η πρώην Σοβ. Ένωση.
Τώρα, με το νέο κύμα μεταναστών, η Ελλάδα χάνει όχι μόνο πληθυσμό, αλλά γνώσεις και δεξιότητες. Στη δύση πλέον μετακομίζουν όχι εργάτες αλλά εργαζόμενοι με υψηλά προσόντα.
Και σε αντίθεση με την δεκατετία του ’70, η Ελλάδα δεν μπορεί να αναπληρώσει τον κόσμο που χάνει με υψηλά ποσοστά γεννήσεων μιας και τα ποσοστά της είναι από τα χαμηλότερα, όπως είπαμε και παραπάνω, στην Ευρώπη.
Σε συνδυασμό με την μετανάστευση των νέων, η Ελλάδα χάνει κατοίκους χρόνο με το χρόνο.
Το πρώτο και μεγαλύτερο πρόβλημα που αυτό δημιουργεί είναι στο συνταξιοδοτικό. Επειδή γεννιούνται λίγα παιδιά, η Ελλάδα έχει τώρα έναν από τους γηραιότερους πληθυσμούς στην Ευρώπη. Πάνω από το 21% των κατοίκων είναι τουλάχιστον 65 ετών.
Μόνο στην Ιταλία είναι αυτό το ποσοστό υψηλότερο και σύμφωνα με τις τωρινές προβλέψεις, η Ελλάδα ενδέχεται, όπως είπαμε και παραπάνω, έως το 2050, να έχει την χειρότερη αναλογία εργαζόμενων – συνταξιούχων στην Ευρώπη.
Για αυτό το λόγο το ελληνικό συνταξιοδοτικό σύστημα, ένα από τα ακριβότερα του κόσμου, είναι συνέχεια αντικείμενο συζητήσεων μεταξύ Ελλάδας και δανειστών. Η Ελλάδα ξοδεύει αυτή τη στιγμή ετησίως το 17% του ΑΕΠ της για να πληρώνει τις συντάξεις (μεταξύ αυτών και τις συντάξεις αναπηρίας και εξαρτώμενων μελών). Ποσοστό υψηλότερο από οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
Από το 2010 έχουν γίνει προσπάθειες από την κυβέρνηση να επεκταθεί ο εργασιακός βίος, να μειωθούν οι συντάξεις αλλά το σύστημα απέχει πολύ από το να θεωρηθεί υγιές. Το κράτος στην ουσία τα "παίρνει" από τους φορολογούμενους και τα "δίνει" για να καλύψει μεγάλο ποσοστό των συντάξεων ( σε μια χώρα που η φοροδιαφυγή θεωρείται μάστιγα εδώ και δεκαετίες).
Το αν το συνταξιοδοτικό σύστημα θα καταφέρει στο μέλλον να παρέχει ένα δίχτυ προστασίας ενάντια στην φτώχια της τρίτης ηλικίας εξαρτάται ολοκληρωτικά από το πόσοι διαφορετικοί παράγοντες θα επιτρπαεί να ενταχθούν στο σύστημα (βλέπε ιδιωτική ασφάλιση) ή στο κατά πόσο η οικονομία θα ανακάμψει έτσι ώστε να πληρώνονται οι εισφορές...
Τα χαμηλά ποοστά γεννήσεων δεν είναι όμως μόνο ελληνικό πρόβλημα.
Στην Ευρώπη
Σύμφωνα με την Eurostat, τουλάχιστον τα δύο τρίτα των χωρών της Ευρώπης θα χρειασθούν τη συνεισφορά των μεταναστών για να υπάρξει δημογραφική σταθερότητα στην Ευρώπη έως το 2050
Η Ευρώπη είναι δημογραφικά διαιρεμένη. Στο βορρά, στη δύση και στην κεντρική Ευρώπη, τα σχετικά υψηλά ποσοστά γονιμότητας και τα κύματα μεταναστεύσεων έχουν διασφαλίσει την αύξηση του πληθυσμού για το άμεσο μέλλον. Σε αντίθεση, πολλές περιοχές στη νότια και ανατολική Ευρώπη βιώνουν μια επιταχυνόμενη διαδικασία γήρανσης και σημαντική απώλεια πληθυσμού!
Ούτως η άλλως οι πληθυσμοί της Ευρώπης είναι από τους γηραιότερους στον πλανήτη. Σήμερα αντιστοιχούν περίπου 3 εργαζόμενοι ανά συνταξιούχο. Μέχρι τα μέσα του αιώνα αυτή η αναλογία έχει σοβαρές πιθανότητες να γίνει 2 προς 1!
Με ό,τι αυτό συνεπάγεται αυτό για την οικονομία και τα κοινωνικά συστήματα των χωρών, τα οποία θα είναι όλο και δυσκολότερο να χρηματοδοτηθούν από τα κράτη ενώ και οι εταιρείες θα δυσκολεύονται να βρουν προσωπικό.
Η οικονομία του 21ου αιώνα, η «οικονομία της γνώσης» απαιτεί και βασίζεται πλέον σε εξειδικευμένο προσωπικό και όχι στην ανάπτυξη βιομηχανικών μονάδων!
Το πόσο προετοιμασμένη είναι η Ευρώπη να αντιμετωπίσει αυτές τις εξελίξεις διαφέρει από περιοχή σε περιοχή. Ανεπτυγμένα κράτη όπως η Ελβετία, περιοχές όπως ο γερμανικός νότος και η Σκανδιναβία είναι σε ιδιαίτερα καλή φόρμα.
Αυτό βεβαίως δεν ήταν πάντα έτσι. Στο παρελθόν η Γερμανία είχε από τα χαμηλότερα ποσοστά γεννήσεων στον κόσμο και την παρτίδα έσωσαν τα μεγάλα κύματα μεταναστών από χώρες εντός και εκτός Ευρώπης (περίπου 900.000 μετανάστες εγκαταστάθηκαν στην Γερμανία τα τελευταία χρόνια ανεβάζοντας τα ποσοστά γεννήσεων στο υψηλότερο ποσοστό από το 1980!). Η Γερμανία έχει άλλωστε τον γηραιότερο πληθυσμό στον κόσμο μετά την Ιαπωνία. Στην Σκανδιναβία που επίσης έπασχε στα ποσοστά γονιμότητας το κράτος, με σειρά μέτρων υποστήριξης προς τις εργαζόμενες οικογένειες και κυρίως μητέρες, κατάφερε να αναστρέψει την φθίνουσα πορεία του πληθυσμού.
Την κατάσταση τώρα στον, οικονομικά αδύναμο, Νότο επιβαρύνει και η μαζική μετανάστευση των νέων προς χώρες με μεγαλύτερες προοπτικές. Μέχρι τα μέσα του αιώνα οι χώρες με τον γηραιότερο πληθυσμό στην Ευρώπη και οι χώρες που θα υποστούν την μεγαλύτερη μείωση πληθυσμού αναμένεται να είναι η Ελλάδα και η Πορτογαλία.
Μια λύση είναι η ενσωμάτωση των μεταναστών στην κοινωνία η οποία μπορεί να αποτελέσει αντίβαρο στην δημογραφική πρόκληση όπως και υποστήριξη των γυναικών – μητέρων στο εργασιακό περιβάλλον. Η βόρεια Ευρώπη έχει εδώ και καιρό αναπτύξει και τα δύο αυτά δεδομένα.
Οι Γάλλοι γεννούν περισσότερο
Στην κορυφή της ευρωπαϊκής γονιμότητας σήμερα βρίσκεται η Γαλλία με δείκτη γέννησης σχεδόν δύο παιδιών (1,96) ανά γυναίκα. Η Ιρλανδία, η Βρετανία, η Σουηδία και η Δανία έχουν επίσης σχετικά υψηλό δείκτη γονιμότητας. Τα πράγματα δεν ήταν πάντοτε έτσι όπως είπαμε: Στις Σκανδιναβικές χώρες είχε σημειωθεί παλαιότερα μείωση γεννήσεων όμως οι κρατικές πολιτικές κατάφεραν να αναστρέψουν την τάση αυτή στα σημερινά επίπεδα.
Αντίθετα, η εικόνα είναι τελείως διαφορετική στο Νότο, καθώς Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία και Κύπρος έχουν το χαμηλότερο δείκτη γονιμότητας, γύρω στα 1,3 παιδιά ανά γυναίκα. Η διαίρεση αυτή της Ευρώπης δεν έχει αλλάξει εδώ και σχεδόν τρεις δεκαετίες.
Μια άλλη διαίρεση υπάρχει μεταξύ Δύσης-Ανατολής, όσον αφορά το προσδόκιμο ζωής.Περισσότερο από όλους στην Ευρώπη ζουν οι άνθρωποι στη βόρεια Ιταλία, στη βόρεια Ισπανία, στις παράκτιες περιοχές της Γαλλίας, καθώς και σε τμήματα της Ελβετίας και της Νορβηγίας. Το πιο χαμηλό προσδόκιμο έχουν οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και του πρώην σοσιαλιστικού μπλοκ, με χειρότερες τη Λιθουανία και τη Βουλγαρία. Στην Ελλάδα το μέσο προσδόκιμο ζωής ανεξαρτήτως φυλου είναι τα 81,1 έτη, ενώ στην Κύπρο τα 81,8 έτη.
*Το Ινστιτούτο του Βερολίνου για τον Πληθυσμό και την Ανάπτυξη μελετά και ερευνά περιφερειακές και παγκόσμιες δημογραφικές τάσεις με στόχο την συλλογή δεδομένων, την ενημέρωση και την βιώσιμη ανάπτυξη.
Περισσότερες πληροφορίες: www.berlin-institut.org.
http://www.documentonews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου