Η Φλόρενς Τόμσον γεννήθηκε σε έναν ινδιάνικο καταυλισμό – «σε μια σκηνή Ινδιάνων», είπε, στην Οκλαχόμα, το 1903. Ο πατέρας της πέθανε όταν ήταν 13 μηνών αλλά η μητέρα της έζησε μέχρι τα 108. Ακόμη και πριν τη «Μεγάλη Ύφεση», η Φλόρενς, ο άντρας της Κλέο και η ολοένα αυξανόμενη οικογένειά της είχαν εγκαταλείψει την Οκλαχόμα για την Καλιφόρνια, αναζητώντας καλύτερη ζωή. Για μια περίοδο έμειναν στην περιοχή Shafter της Καλιφόρνια αλλά όσο η οικονομική κρίση βάθαινε, αναγκάστηκαν να μετακινούνται συνεχώς σε αναζήτηση εργασίας.
Η Φλόρενς Όουενς Τόμσον είναι η γυναίκα στη φωτογραφία της Dorothea Lange που έχει τον τίτλο «Μεταναστών Μητέρα» (1936), μια εμβληματική εικόνα που συνοψίζει την βαθιά παγκόσμια οικονομική κρίση μετά το κραχ του '29. Η Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου των ΗΠΑ περιγράφει την εικόνα ως εξής: «άποροι εργάτες στα χωράφια μπιζελιού στην Καλιφόρνια. Μητέρα επτά παιδιών. Ηλικία, 32. Nipomo, Καλιφόρνια.»
Για τις περισσότερες οικογένειες που έζησαν κατά την περίοδο του "Dust Bowl" [περίοδος στη δεκαετία του '30 με πολύ έντονες αμμοθύελλες που κατέστρεψαν το οικοσύστημα και τις καλλιέργειες στις ΗΠΑ και στον Καναδά] η λέξη «κατάθλιψη», από τον όρο "Great Depression", δεν ήταν ένας ασαφής οικονομικός όρος. Τα κτήματά τους θάφτηκαν κάτω από άμμο. Χωρίς διέξοδο, αναγκάστηκαν να μετακινηθούν προς την κατεύθυνση που τραβούσε πάντα τους Αμερικάνους: δυτικά. Σε μια περίοδο δεκαπέντε μηνών, 86.000 απελπισμένων ανθρώπων έφτασαν στην Καλιφόρνια, αριθμός διπλάσιος από τους ανθρώπους που έφτασαν εκεί το 1849 σε αναζήτηση χρυσού. Το όνειρο που τους συνόδευε στο ταξίδι ήταν μικρά λευκά σπίτια μέσα στους πορτοκαλεώνες αλλά αυτό που συνάντησαν ήταν στρατόπεδα μεταναστών και οικογένειες πεινασμένες, πρόθυμες να κάνουν οποιαδήποτε δουλειά, αναγκασμένες να επιβιώσουν με όποιο μέσο ήταν δυνατό.
Το Μάρτιο του 1936 η οικογένεια της Τόμσον ταξίδευε κατά μήκος του αυτοκινητόδρομου 101 προς το Watsonville, όπου ήλπιζαν να βρουν δουλειά στα χωράφια του Pajaro Valley. Ο άντρας της είχε πεθάνει από φυματίωση. Στη διαδρομή το αυτοκίνητό τους χάλασε και αναγκάστηκαν να κάνουν στάση σε ένα στρατόπεδο μεταναστών που βρισκόταν δίπλα στα χωράφια μπιζελιού, στο Nipomo Mesa. Οι Τόμσον σοκαρίστηκαν από τον αριθμό των ανθρώπων που ήταν συγκεντρωμένοι εκεί – μεταξύ 2500 και 3500. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι είχαν φτάσει μετά από πρόσκληση, αλλά εν τω μεταξύ οι καλλιέργειες είχαν καταστραφεί από χαλάζι, αφήνοντας τους άνεργους και άφραγκους. Μετά από χρόνια, η Φλόρενς είπε σε μια συνέντευξη ότι όταν εκείνη τη μέρα μαγείρεψε για την οικογένειά της, εμφανίστηκαν μικρά παιδιά που τη ρωτούσαν «μου δίνεις μια μπουκιά;»
Οι δυο γιοι της Τόμσον πήραν το χαλασμένο ψυγείο του αυτοκινήτου για επισκευή. Η Φλόρενς και τα υπόλοιπα παιδιά έστησαν μια πρόχειρη σκηνή. Όσο περίμεναν, η φωτογράφος Dorothea Lange, η οποία δούλευε για στη Διοίκηση Επανεγκατάστασης, σταμάτησε και άρχισε να βγάζει φωτογραφίες. Κατά τη διάρκεια δέκα λεπτών, έβγαλε έξι.
Η ταυτότητα της Τόμσον ήταν άγνωστη για περισσότερο από σαράντα χρόνια, η φωτογραφία όμως γινόταν όλο και πιο διάσημη. Ειδικότερα η έκτη φωτογραφία της σειράς, που αργότερα έγινε γνωστή ως «Μητέρα Μεταναστών» «απέκτησε σχεδόν μυθικές διαστάσεις, συμβολίζοντας, αν όχι καθορίζοντας, μια ολόκληρη εποχή στην ιστορία των ΗΠΑ. Είναι αθάνατη», είπε ο Roy Stryker, φωτογράφος και οικονομολόγος.
Η Τόμσον ανακαλύφθηκε το 1978 από τον ρεπόρτερ Emmett Corrigan που την εντόπισε στο τροχόσπιτό της στο Modesto Mobile Village και την αναγνώρισε από την φωτογραφία της, που είχε ληφθεί σαράντα χρόνια πριν.
Σε μια συνέντευξη που έδωσε η κόρη της Τόμσον, Κάθριν Μάκιντος, στο CNN, είπε ότι η μητέρα της ήταν μια «πολύ δυνατή γυναίκα» και «το στήριγμα της οικογένειάς μας. Δεν είχαμε ποτέ πολλά, αλλά πάντα φρόντιζε να έχουμε κάτι. Μερικές φορές δεν έτρωγε, αλλά φρόντιζε πάντα να τρώμε εμείς τα παιδιά. Αυτό είναι ένα από όσα έκανε." «Αν μπορούσε να μας δώσει όλα τα υλικά αγαθά, ίσως να το έκανε», είπε η κόρη της Ruby, «αλλά αυτό δε νομίζω ότι θα αναπλήρωνε όλα όσα μας έδωσε. Μας έδωσε τη σιγουριά ότι αξίζουμε και την πεποίθηση ότι κανείς δε μας χρωστάει τίποτα.» «Χάσατε ποτέ την ελπίδα σας;» ρώτησε τη Φλόρενς ο ρεπόρτερ Bob Dotson για το βιβλίο του «American Story». «Όχι», απάντησε αυτή. «Αν είχα χάσει εγώ την ελπίδα μου, αυτή η χώρα δεν θα τα είχε καταφέρει».
Η Τόμσον και η οικογένεια της συνέχισε τις μετακινήσεις για πολλά χρόνια, ανάλογα με το πού έβρισκε δουλειά, μέχρι το 1945 - τότε ο πόλεμος δημιούργησε θέσεις εργασίας. Τελικά η οικογένεια αποφάσισε να εγκατασταθεί στο Modesto της Καλιφόρνια, αλλά η Φλόρενς προτιμούσε να μένει σε τροχόσπιτο. Πέθανε το 1983 από καρκίνο.
Για περισσότερες πληροφορίες: http://www.lifo.gr/team/miteres/48415
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου